ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ

Συνθήκες που οδήγησαν στην ίδρυση του Εργατικού Συλλόγου

Μετά τον πόλεμο, τις δεκαετίες του ’50 και ’60 είχαμε το μεγάλο μεταναστευτικό κύμα απ’την Ελλάδα προς τις χώρες υποδοχής, Αυστραλία, ΗΠΑ, Καναδά και Γερμανία. “Ευλογία Θεού” είπαν οι τότε πολιτικοί κρατούντες αυτή την αιμορραγία.

Ο Καναδάς χρειαζόταν εργατικά χέρια και έκανε συστηματική καμπάνια για να προσελκύσει εργάτες. Αυτοί έπρεπε να είναι λευκοί και κατά προτίμηση χριστιανοί, άρα Ευρωπαίοι, να ήταν νέοι και υγιείς με λευκό ποινικό μητρώο. Για τους Έλληνες, μια και έβγαιναν από τον εμφύλιο πόλεμο, έπρεπε να έχουν και πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων (τα πιστοποιητικά αυτά έπαψαν να τα ζητούν γύρω στο 1964-65).

Η Υπηρεσία Μετανάστευσης του Καναδά έταζε σίγουρη δουλειά και καλή ζωή. Ξεκαθάριζαν στους υποψήφιους πως δεν τους εγγυώνται πως θα εξασκήσουν το επάγγελμά τους και διάλλεγαν τους καλλίτερους. Όταν όμως οι μετανάστες έφταναν εδώ, δεν υπήρχε καμία Υπηρεσία Υποδοχής που να διευκόλυνε την εγκατάσταση και προσαρμογή τους.

Τις χιλιάδες κοπέλλες που έρχονταν σαν υπηρέτριες, τις φιλοξενούσαν λίγες μέρες στους κοιτώνες του κέντρου μεταναστών του St-Paul-l’Ermite, στο σημερινό Repantigny, Ανατολικά του Μόντρεαλ.

Κάθε πρωί, τις έφερναν στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας, όπου πήγαιναν οι κυρίες που χρειάζονταν υπηρέτρια και διάλεγαν. Από κει και πέρα, η τύχη τους ήταν στα χέρια του Θεού και των αφεντικών τους.

Γυναίκες και άνδρες, ακόμη και κείνοι που ήταν ειδικευμένοι ή μορφωμένοι, έκαναν τις δουλειές που κάνουν πάντα οι μετανάστες, δουλειές χειρωνακτικές, ασυνδικάλιστες και κακοπληρωμένες. Καθαρισμός κτιρίων, εστιατόρια, εργοστάσια ρούχων.

Είχαν ν’αντιμετωπίσουν εκτός από το βαρύ κλίμα, ένα σωρό άλλα προβλήματα, όπως άγνοια της γλώσσας και των δικαιωμάτων τους, τη μοναξιά, τις άσχημες συνθήκες εργασίας, την έλλειψη κοινωνικής ασφάλισης και ιατρικής περίθαλψης (το Σύστημα συντάξεων του Κεμπέκ άρχισε το 1966 και η δημόσια ιατρική περίθαλψη το 1969) και τόσα άλλα.

Ακόμη έπρεπε να στείλουν χρήματα στους δικούς τους στη πατρίδα, να κάνουν πρόσκληση στ’άλλα μέλη της οικογένειας, να στήσουν νοικοκυριό. Για οικονομία, μοιράζονταν συχνά το ίδιο σπίτι δυο οικογένειες. Δούλευαν με βάρδιες, άλλος μέρα άλλος νύχτα, για να προσέχουν και τα παιδιά. Που καιρός να μάθεις τη γλώσσα αλλά και που λεφτά.

Στο Μόντρεαλ, εκτός από τα παραπάνω, είχαν να αντιμετωπίσουν και την αρνητική συμπεριφορά των παλιών, ελληνικής καταγωγής μεταναστών, που είχαν εγκατασταθεί εδώ πριν τον πόλεμο.

Οι παλιοί, εγαταστημένοι εδώ μετανάστες, είχαν αντιμετωπίσει στον καιρό τους, όπως είναι φυσικό, τα ίδια, ίσως και χειρότερα. Με τα χρόνια όμως, κατάφεραν να πετύχουν οικονομικά και είχαν δημιουργήσει μια μικρή εύπορη κοινωνία με τις μπίζνες τους, τις εκκλησίες τους, τα σχολεία τους, την Κοινότητα, ορισμένους Συλλόγους κλπ. και ζούσαν σχετικά άνετα, ενσωματωμένοι στην αγγλόφωνη κοινωνία του Κεμπέκ.

Όταν λοιπόν, μετά τον πόλεμο, άρχισαν να έρχονται απ’την Ελλάδα οι χιλιάδες των φτωχών και συχνά αμόρφωτων νέων μεταναστών, οι παλιοί τους αντιμετώπισαν με δυσπιστία και εχθρότητα.

Οι παλιοί ανησύχησαν απ’το μεγάλο αριθμό των νεοφερμένων αλλά και τις προοδευτικές ιδέες μερικών από αυτούς (παρά τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων), μήπως αλλάζοντας η σύνθεση της παροικίας, χάσουν τον έλεγχο της και ειδικότερα της Κοινότητας και έκαναν ό,τι μπορούσαν για να μη γίνει κάτι τέτοιο.

Όχι μόνο δεν καλοδέχτηκαν και δεν βοήθησαν τους νεοφερμένους συμπατριώτες τους, όπως θα περίμενε κανείς, αλλά και σαν εργοδότες, τους εκμεταλλεύτηκαν με τον χειρότερο τρόπο. Όσοι έχουμε εργαστεί στις Υπηρεσίες του Εργατικού Συλλόγου έχουμε ακούσει από πρώτο χέρι πολλά περιστατικά ιδιαίτερης σκληρότητας με πρωταγωνιστές αυτούς τους θεοφοβούμενους, φιλόπτωχους και φιλάνθρωπους στυλοβάτες της παροικίας μας!

Η ανάγκη πληροφόρησης ήταν μεγάλη. Για τα μεροκάματα, τις συνθήκες δουλειάς, τους εργατικούς νόμους, τα νοίκια, το σχολείο, την υγεία, τις υπηρεσίες, τα πάντα. Το ίδιο μεγάλη ήταν η ανάγκη βοήθειας στους νεοφερμένους για να τα βγάλουν πέρα με τις διάφορες Υπηρεσίες, κυρίως όταν δεν ήξεραν τη γλώσσα. Καθώς το κράτος δεν είχε καθόλου τέτοιου είδους υπηρεσίες, έπρεπε να πληρώνουν για το παραμικρό σε διάφορους επιτήδειους.

Στο γραφείο του τότε επίτιμου Προξένου της Ελλάδας δεν υπήρχε υπάλληλος να μιλά Ελληνικά αλλά και αργότερα, όταν έγινε κανονικό Προξενείο, ήταν η περίοδος της χούντας και το χουντοπροξενείο είχε προτεραιότητα το φακέλωμα των εδώ Ελλήνων και όχι την εξυπηρέτησή τους. Όσο για την οργανωμένη παροικία, η μόνη βοήθεια που μπορούσαν να περιμένουν απ’αυτήν, ήταν η ελεημοσύνη στις εκκλησίες, από κάτι μισο-αγγλόφωνες φιλόπτωχες που φορούσαν καπελάκια και τους κοίταζαν αφ’ υψηλού!

Αυτή η ανάγκη γέννησε τον Εργατικό Σύλλογο!

Τα πρώτα χρόνια

Στις αρχές του 1971, στα πλαίσια του “Προγράμματος Ανάπτυξης” ορίστηκε επιτροπή που έκανε την αίτηση για το καταστατικό. Το καταστατικό εγκρίθηκε από τη κυβέρνηση του Κεμπέκ στις 3 Μάρτη και εκδόθηκε στις 3 Μάη 1971. Το πρώτο γραφείο ήταν στο κτίριο του YMCA, 5550 Ave du Parc.

Η πρώτη Γενική Συνέλευση έγινε στις 30 Μάη 1971, στο γυμναστήριο του YMCA. Ορίστηκε ημερομηνία εκλογών για τις 6 Ιούνη και εκλέχτηκε το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο, με πρώτο πρόεδρο τον Χαράλαμπο Ξένο.

Τους επόμενους μήνες και μέχρι το τέλος του 1971 έχει ήδη πάρει μορφή ο τρόπος δουλειάς που ο Σύλλογος θα ακολουθήσει τα επόμενα χρόνια. Τα μέλη του Δ.Σ κρατούν το γραφείο ανοικτό με βάρδιες. Αποφασίζεται να μεταφραστούν εθελοντικά εργατικοί νόμοι. Εγκρίθηκαν οι πρώτοι εσωτερικοί κανονισμοί, ορίστηκαν τα πλαίσια συνεργασίας με τους άλλους ελληνικούς οργανισμούς. Οργανώθηκε ο πρώτος χορός, στις 11-12-1971 και έγινε αίτηση για επιχορήγηση που απορρφθηκε. Ήδη μέλη του Συλλόγου είχαν αρχίσει να εξυπηρετούν τους συμπάροικους εθελοντικά.

Στις αρχές του 1972 αναλαβαίνουν εργασία οι δύο πρώτοι υπάλληλοι του Ε.Σ., δανεισμένοι από το Πρόγραμμα Ανάπτυξης. Αρχίζει η μετάφραση του Εργατικού Κώδικα του Κεμπέκ, του νόμου του Ταμείου Ανεργίας, του νόμου των κανώνων εργασίας. Αναπτύσσονται σχέσεις με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις του Κεμπέκ και αρχίζουν συνδικαλιστικά μαθήματα.

Εγκρίνεται αίτηση επιχορήγησης, στο πλαίσιο του καναδικού προγράμματος δημιουργίας εργασιών και οι υπηρεσίες του Συλλόγου αναπτύσσονται περισσότερο. Υπάλληλοι του Συλλόγου μπορούν τώρα να συνοδεύουν τους εξυπηρετούμενους σαν διερμηνείς στιε διάφορες υπηρεσίες.

Αρχίζουν και οι πρώτες παρεμβάσεις προς τις κυβερνήσεις για θέματα που αφορούν τους Έλληνες μετανάστες με το αίτημα προς την καναδική κυβέρνηση να νομιμοποιήσει τους περίπου δέκα χιλιάδες Έλληνες λαθραίους.

Ο Ε.Σ. συνεργάζεται με όλους τους ελληνικούς οργανισμούς και ιδιαίτερα με την Ομοσπονδία γονέων και κηδεμόνων, που είχε ιδρυθεί λίγο πριν τον Σύλλογο. Συνεργάζεται επίσης με την Επιτροπή δικαιωμάτων του πολίτη, τον παιδικό σταθμό, τους φοιτητικούς συλλόγους και άλλους εθνικοτοπικούς συλλόγους και συμβάλλει στην δημιουργία της Ομοσπονδίας ελληνικών σωματείων (1972). Δεν συνεργάζεται με το ελληνικό Προξενείο λόγω της χούντας και με την Κοινότητα για τον ίδιο λόγο.

Στις αρχές του 1973 στην Ελλάδα έχει φουντώσει για τα καλά η αντίσταση στη χούντα. Το Μάρτη γίνεται το 17ο συνέδριο της ΓΣΣΕ και το Δ.Σ. του Συλλόγου στέλνει τηλεγράφημα διαμαρτυρίας στις ελληνικές Αρχές για τις αντιδημοκρατικές διαδικασίες και τους διορισμένους αντιπροσώπους.

Επίσης, ύστερα από αίτημα των ελληνικών φοιτητικών συλλόγων της πόλης μας, στέλνει γράμμα συμπαράστασης στον αγώνα των φοιτητών της Ελλάδας για ακαδημαϊκές και συνδικαλιστικές ελευθερίες.

Αρχίζει η έκδοση των “Εργατικών Νέων”. Οι δουλειές είναι πολλές και ο χώρος δεν αρκεί για τις υπηρεσίες και τη λέσχη. Νοικιάζεται το κτίριο στο 5150 Ave du Parc και η μετακόμιση γίνεται το Σεπτέμβρη.

Τη χρονιά αυτή εγκρίνεται επίσης ένα πρόγραμμα δημιουργίας εργασιών, μια κοπερατίβα παραγωγής υφαντών που θα βοηθούσε συγχρόνως στην επαγγελματική κατάρτιση των εργαζομένων. Το πρόγραμμα θα κρατήσει μέρι το τέλος του 1975.

Γίνονται πολλές επιμορφωτικές και ψυχαγωγικές εκδηλώσεις : διαλέξεις, χοροί, εκδρομές, παιδικές γιορτές. Η δράση του Συλλόγου έχει καταξιωθεί στην παροικία αλλά και στη ντόπια κοινωνία.

Τα εργατικά συνδικάτα του Κεμπέκ ζητούν τη συνεργασία του Συλλόγου σε προσπάθειες συνδικαλισμού, ιδιαίτερα σε εργοστάσια όπου υπάρχουν Έλληνες εργάτες. Ο συνδικαλισμός των Ελλήνων εργαζομένων μεταναστών, σαν μέσο βελτίωσης της θέσης τους, είναι μέσα στους βασικούς σκοπούς του Ε.Σ. και το σύνθημά του είναι “Έλληνες εργάτες οργανωθείτε στα ντόπια συνδικάτα”.

Ο Σύλλογος καλείται από συνδικάτα, πολιτικά κόμματα, καναδικά μέσα ενημέρωσης και άλλους φορείς σε διάφορες συμβουλευτικές συναντήσεις, επιτροπές, συνδιασκέψεις, εκπομπές κλπ. κάθε φορά που θέλουν την άποψη των Ελλήνων μεταναστών. Μέλη του Συλλόγου συμμετέχουν και σε διάφορες ταινίες ντοκυμαντέρ, όπως στην ταινία “Voleurs de jobs” (κλέφτες εργασιών) με θέμα τους μετανάστες και “le confort et l’indiférence” (άνεση και αδιαφορία) με θέμα το δημοφήφισμα για την ανεξαρτησία του Κεμπέκ (1980).

Ύστερα από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου στην Ελλάδα, αποφασίζεται η ματαίωση του χορού του Συλλόγου σε ένδειξη πένθους για τα θύματα της χούντας. Από τότε ο Εργατικός Σύλλογος τιμά κάθε χρόνο την επέτειο του Πολυτεχνείου, αρχικά συμμετέχοντας μαζί με άλλους Οργανισμούς-κυρίως τοπικές οργανώσεις νεολαίας πολιτικών κομμάτων της Ελλάδας και φοιτητικούς Συλλόγους- και τα τελευταία χρόνια μόνος του.

Τον επόμενο χρόνο, το 1974, μετά το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, ο Εργατικός Σύλλογος πρωτοστάτησε σε όλες τις παροικιακές κινητοποιήσεις, πορείες, εράνους κλπ. και συνέβαλε στη δημιουργία της Ελληνοκαναδικής Επιτροπής Αλληλεγγύης για την Κύπρο της οποίας είναι βασικό μέλος.

Ο Εργατικός Σύλλογος συμβάλλει στην ίδρυση του πολυεθνικού ραδιοφωνικού σταθμού Centre-Ville, που άρχισε να εκπέμπει τον Γενάρη του 1975. Από τότε ξεκίνησε και η βδομαδιάτικη εκπομπή μας “Η φωνή των εργαζομένων” στο ελληνόφωνο πρόγραμμα του σταθμού.

Ο Εργατικός Σύλλογος έχει πια κερδίσει την εμπιστοσύνη, την εκτίμηση και υποστήριξη των χιλιάδων απλών συμπατριωτών μας, που βρίσκουν στα γραφεία του πληροφόρηση και βοήθεια, όποτε τη χρειαστούν, αλλά και ένα στέκι για παρέα, συζήτηση και ψυχαγωγία.

Παράλληλα όμως, έχει ενοχλήσει το παροικιακό κατεστημένο, που δεν παραλείπει να καταφέρεται εναντίον του κακόπιστα και πειφρονητικά. Κύριοι εκφραστές αυτής της επίθεσης, ο τότε ιδιοκτήτης της εφημερίδας ΒΗΜΑ και ο ραδιοφωνικός σταθμός του Δαπέρη.

1971-1976 : 5 Χρόνια δράσης

Αυτό ήταν το σύνθημα της πέμπτης επετείου. Σ’ αυτά τα πέντε πρώτα χρόνια του ο Ε.Σ. είχε βάλει όλες τις βάσεις της δράσης της δουλειάς και της ιδεολογίας του που τον χαρακτηρίζουν μέχρι σήμερα.

Ζούμε σε μια περίοδο ιστορική για την κοινωνία του Κεμπέκ. Στις επαρχιακές εκλογές κερδίζει για πρώτη φορά το Parti Québécois, το κόμμα που σαν σκοπό έχει το διαχωρισμό του Κεμπέκ από την καναδική Ομοσπονδία και που τα πρώτα χρόνια εμφανίστηκε με μια ευνοϊκή προδιάθεση για τους εργαζόμενους.

Οι γαλλόφωνοι, τουλάχιστον οι πιο προοδευτικοί, αρχίζουν να καταλαβαίνουν πως έχουν παραμελήσει τους μετανάστες με αποτέλεσμα αυτοί να έχουν ενσωματωθεί με τους αγγλόφωνους. Έχοντας συναίσθηση πως οι μετανάστες αντιμετωπίζουν αρνητικά τόσο το διαχωρισμό όσο και την καθιέρωση της γαλλικής σαν επίσημης γλώσσας στο Κεμπέκ (είχαν αντιδράσει έντονα όταν, δυο χρόνια πριν, η φιλελεύθερη κυβέρνηση είχε καθιερώσει τα γαλλικά σαν επίσημη γλώσσα), η νέα κυβέρνηση άρχισε μια σειρά επαφές γνωριμίας με τις διάφορες μειονότητες.

Έτσι, για πρώτη φορά δεχτήκαμε στο Σύλλογο πολλές επισκέψεις υπουργών της κυβέρνησης του Κεμπέκ, στους οποίους παρουσιάσαμε τα προβλήματα και τις ανάγκες των Ελλήνων μεταναστών.

Πήραμε μέρος σε όλες τις συνδιασκέψεις με θέμα τους μετανάστες, σε συμβουλευτικές επιτροπές καθώς και σε επιτροπές εργασίας για τη συζήτηση νομοσχεδίων, όπως των ελάχιστων κανόνων εργασίας, τον αντιαπεργοσπαστικό νόμο, το νόμο για τη μετανάστευση κλπ.

Ενισχύονται οι σχέσεις συνεργασίας με τα συνδικάτα καθώς και με λαϊκούς οργανισμούς για εργατικά και κοινωνικά θέματα, όπως εργατικά ατυχήματα, παιδικοί σταθμοί, η θέση της γυναίκας, μεταναστευτικά.

Μεταφράζουμε νόμους, εκδίδουμε πολλά πληροφοριακά έντυπα, συνεχίζουμε τις διαλέξεις, τις εκπομπές στο ραδιόφωνο, τα άρθρα στα Εργατικά Νέα, πληροφορώντας έτσι τους συμπάροικους για τα δικαιώματά τους.

Τον Γενάρη του 1977, αντιπροσωπεία του Συλλόγου έχει συνάντηση με τον Υπουργό Camille Laurin και του παρουσιάζει τις θέσεις μας για τη “Λευκή Βίβλο”, το νομοσχέδιο για το γλωσσικό που είχε κατατεθεί στη Βουλή. Θέση του Συλλόγου ήταν πως η γαλλική γλώσσα πρέπει να γίνει η γλώσσα εργασίας και να δίνονται μαθήματα στους μετανάστες ακόμα και στους τόπους δουλειάς. Επίσης ο Σύλλογος παίρνει μέρος στην παροικιακή επιτροπή που συντάσσει υπόμνημα που παρουσίασε η ελληνική παροικία για το γλωσσικό.

Ο Εργατικός Σύλλογος θεωρείται και από την κυβέρνηση του Κεμπέκ αντιπροσωπευτικός της ελληνικής παροικίας. Δύο στελέχη του Συλλόγου διορίζονται σε διαφορετικές θητίες, στην συμβουλευτική επιτροπή του Υπουργείου Μετανάστευσης.

Στη περίοδο 1978-79 προέκυψε στη παροικία ένα ιδιαίτερο θέμα. Η κυβέρνηση του Κεμπέκ πρότεινε να διδάσκονται στα δημόσια σχολεία οι γλώσσες καταγωγής των μαθητών, όπου βέβαια ο αριθμός των μαθητών θα το επέτρεπε. Ήταν το πρόγραμμα P.E.L.O. (programme d’enseignement des langues d’origine). Το υπουργείο είχε εκπονήσει ένα αρκετά πλήρες πρόγραμμα διδασκαλίας που περιλάμβανε, εκτός από τη διδασκαλία της γλώσσας και μαθήματα λογοτεχνίας και πολιτισμού και ο Ε.Σ. το θεώρησε κατ’ αρχή θετικό. Σ’ αυτό βρήκε αντίθετους τους οργανισμούς που δίδασκαν ελληνικά (Κοινότητα, Ομοσπονδία γονέων, Σύλλογος Κρητών κ.ά.). Σε σχετική συνάντηση των ενδιαφερομένων οργανισμών, αποφάνθηκαν πως ο Εργατικός Σύλλογος είναι αρμόδιος για τα εργατικά θέματα και όχι για τα εκπαιδευτικά και πως προτιμούν η κυβέρνηση να δίνει σε κείνους τα χρήματα που προορίζει γι’αυτά τα μαθήματα.

Ο Ε.Σ. για να διατηρήσει τις καλές σχέσεις, κυρίως με την Ομοσπονδία Γονέων, δεν έκανε μόνος του καμία ενέργεια. Μέχρι σήμερα όμως δεν έχουν εκτιμηθεί οι συνέπειες της άρνησης της παροικίας να δεχθεί τη διδασκαλία των ελληνικών στα δημόσια σχολεία.

Εν τω μεταξύ, μετά την πτώση της χούντας, οι σχέσεις με το Προξενείο αποκαταστάθηκαν. Έλληνες βουλευτές επισκέπτονται το Σύλλογο και υποβάλουμε μια σειρά υπομνήματα στην ελληνική κυβέρνηση.

Τον ίδιο χρόνο αρχίζει καμπάνια για την αγορά κτιρίου. Οργανώνεται λαχειοφόρος με κλήρωση ενός αυτοκινήτου γι’αυτό το σκοπό. Πολλά μέλη και φίλοι ανταποκρίνονται. Ορίζεται επιτροπή για την αναζήτηση κατάλληλου κτιρίου. Η επιλογή έγινε και το συμβόλαιο αγοράς υπογράφτηκε στις 7 Αυγούστου 1979.

Αρχίζουν οι εργασίες ανακαίνισης και διαρύθμισης του κτιρίου και στον πρώτο όροφο αρχίζουν μαθήματα γαλλικής που οργανώνονται από το Σύλλογο και το Υπουργείο μετανάστευσης του Κεμπέκ.

Τα εγκαίνεια της νέας αίθουσας έγιναν στις 14 Μάρτη 1979 και τη μέρα αυτή είχαμε τη μεγαλύτερη χιονοθύελλα της χρονιάς. Παρ’ όλα αυτά όλοι οι καλεσμένοι μας, ο υπουργός μετανάστευσης του Κεμπέκ, ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδας, οι προέδροι των μεγάλων συνδικαλιστικών οργανώσεων και βέβαι τα μέλη και οι φίλοι του Συλλόγου έδωσαν το παρόν και το γιορτάσαμε όπως άξιζε σε μια τόσο ιστορική για το Σύλλογο μέρα. Ο ζωγράφος Πωλ Σουλικιάς μας χάρισε τον πίνακα με τίτλο “Απεργία” που φιλοτέχνησε ειδικά για την περίσταση.

1971-1981: Δέκα χρόνια δουλειάς…Η μετέπειτα ιστορία διαθέσιμη σε λίγο καιρό